Ο Δημήτριος Ζαπάντης γράφει την κριτική του για την ταινία «Τα πνεύματα του Ινισέριν» σε σκηνοθεσία, σενάριο και συμπαραγωγή του Μάρτιν ΜακΝτόνα.
Ο Μάρτιν Μακντόνα είναι ένας θεατρικός συγγραφέας με Μπεκετικές απολήξεις. Το κοινό τον έχει γνωρίσει μέσα από το βραβευμένο Οι Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι. Ο Ιρλανδός συγγραφέας έχει δώσει αρκετά έργα και θεωρείται ένα από τα ταλέντα του Βρετανικού θεάτρου και σινεμά.
«Τα πνεύματα του Ινισέριν»
Προσωπικά θεωρώ ένα από τα αγαπημένα μου έργα το θεατρικό του Ο σακάτης του Ίνισμαν από την Τριλογία του Αράν (περιμένουμε να δημοσιευτεί και το τρίτο μέρος κάποια στιγμή). Εν έτει 2023 μας έδωσε το επίσης βραβευμένο και προτεινόμενο για όσκαρ «Τα πνεύματα του Ινισέριν», ένα έργο που μας μιλά για ένα (φανταστικό) Ιρλανδικό νησί απέναντι από το κύριο νησί της Ιρλανδίας, όπου βρίσκονται δυο φίλοι οι οποίοι και έχουν περάσει αρκετά χρόνια(αν όχι όλη τους τη ζωή) ως κολλητοί φίλοι. Η πλοκή ξεκινά όταν ο ένας (Μπρένταν Γκλίσον ως Κολ) αποφασίζει να σταματήσει να μιλάει στον άλλο (Κόλιν Φάρελ ως Πάτρικ ή Παντράικ) γιατί τον βρίσκει βαρετό και θέλει να αφοσιωθεί στην σύνθεση των τραγουδιών σε βιολί που τόσο αγαπάει {με κύρια σύνθεση το The Banshees (θηλυκό πνεύμα στην Γαελική μυθολογία) of Inisherin}. Ο Κολ είναι τόσο αποφασισμένος να σταματήσει να μιλάει στον Πάντραικ ώστε τον απειλεί πως αν του μιλάει (ο Πάντραικ) θα αρχίσει να κόβει τα δάχτυλά του ένα ένα, κάτι το οποίο κάνει πράξη. Από την άλλη πλευρά ο Πάντραικ μένει με την ανύπαντρη αδερφή του(η οποία τον εγκαταλείπει και πάει να ζήσει στην κυρίως χώρα) και βιώνει την έκπληξη της απόρριψης από τον καλύτερό του φίλο με «ἄλυσες φωνές».
Στο έργο επί της ουσίας αν και μας δίνεται η ημερομηνία του 1922 περίπου και αναφέρεται ο Ιρλανδικός εμφύλιος, είναι άχρονο, θα μπορούσε να συμβαίνει και σήμερα· και το Ιρλανδικό (καταπράσινο) περιβάλλον το οποίο κατατρέχει ολόκληρο το έργο – είναι ένα περιβάλλον που συναντάμε και σήμερα στα χωριά της Ιρλανδίας, με λίγα λόγια ο δραματικός χώρος και χρόνος είναι ανύπαρκτοι. Το σημείο του απομονωτισμού θίγεται επαρκώς από το σκηνοθέτη κάτι που φανερώνει την επιρροή της πρόσφατης περιπέτειάς μας με το Covid και μάλιστα η μουσική (Christ Went Up into the Hills Alone, Sechs Gesange op.7: 5. Die Trauernde, Gesande op.7 No. III. Anklange) ενισχύει το καταθλιπτικό απομονωμένο περιβάλλον.
Σημαντικό είναι το γεγονός πως στηλιτεύεται η γυναικεία χειραφέτηση, έστω και μέσω της φυγής, αν και η Κέρυ Κοντον ως Σίμπαν είναι περισσότερο φιγούρα παρά χαρακτήρας. Επίσης, ο σκηνοθέτης μας δείχνει τις τοπικές ιδιαιτερότητες του απομονωτισμού όταν στο πρόσωπο(άλλη μια φιγούρα και όχι κυρίως χαρακτήρας) του Μπάρι Κιογκαν ως Ντομινίκ μας παρουσιάζει ένα νέο αγροτόπαιδο, που το βαράει ο αστυνομικός πατέρας του. Ένα άλλο στοιχείο είναι πως κύριος χώρος δράσης είναι τα σπίτια του Πάντραικ του Κολ και η τοπική Πάμπ.
Στην ταινία δεν συμβαίνει τίποτα, η Μπεκετική εξέλιξη του Γκοντότ «πιάνει» από το λαιμό την ταινία και την θεατροποιεί. Ότι γίνεται είναι μέσα από τους διαλόγους, η κινηματογραφική πλοκή είναι στάσιμη σαν την Ιρλανδική εξοχή. Οι διάλογοι παρουσιάζουν την εγωκεντρική οπτική των χαρακτήρων και μια χαμηλών τόνων πνευματική επάρκεια. Δεν υπάρχει κορύφωση και δεν υπάρχει και κανένα διδακτικό στοιχείο. Οι λεπτομέρειες και τα συνεχή συμβάντα κουράζουν όταν το νόημα της άχαρης ζωής λειτουργεί ως ένα ψυχαναγκαστικό φόντο ομοιότητας με διαφορετικές εκφάνσεις. Τέλος, ο κοινωνικός μορφότυπος με την μοιρολατρική αποδοχή του μέλλοντος μας δείχνουν τους ανθρώπους της Ιρλανδικής επαρχίας ως σταθερά κοινωνικά προϊόντα.
Στην υποκριτική αξίζει να σημειωθεί ότι οι κύριοι ήρωες Κόλιν Φάρελ και Μπρένταν Γκλίσον καθώς και οι φιγούρες που περιέβαλλαν τους χαρακτήρες είναι Ιρλανδοί· κάτι που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξαιρετική ενσάρκωση των ρόλων των Ιρλανδών επαρχιωτών. Ο Κόλιν Φάρελ ενσάρκωσε καταπληκτικά τον Ιρλανδό χωριάτη, προσωπικά πρώτη φορά τον βλέπω να εισδύει τόσο πολύ σε εγγύτητα ενός ρόλου, ο Μπρένταν Γκλίσον επίσης εξαιρετικά απόδωσε τον ελαφρώς καταθλιπτικό γερασμένο χωριάτη και την ένστιχη Ιρλανδική γλώσσα μέσα από μια ρεαλιστική αισθητική.
Συμπερασματικά, η ταινία «Τα πνεύματα του Ινισέριν» είναι μια ρεαλιστική προσέγγιση ενός Ιρλανδικού (και όχι μόνο) χωριού που δεν συμβαίνει τίποτα. Οι χαρακτήρες θα μπορούσαν να είναι οι οικείοι χαρακτήρες σε οποιαδήποτε επαρχία της Βρετανίας. Ο τρόπος που παρουσιάζεται το Ιρλανδικό τοπίο μας μαγεύει και η φυγή των ανθρώπων που θέλουν να «πάνε μπροστά» είναι μονόδρομος καθώς (στο κάθε) Ινισέριν δεν συμβαίνει τίποτα. Η Μπεκετική αυτάρκεια του έργου του δίνει ταυτότητα και το καθιστά μια ταινία αναμονής και φανέρωσης δεσμών ανάμεσα στους ανθρώπους.
Δείτε το τρέιλερ:
Εάν επιθυμείτε να σχολιάσετε το παραπάνω άρθρο ή οτιδήποτε άλλο στο Youfly, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο Facebook. Ή στείλτε μας μήνυμα στο Twitter. Για φωτογραφικό υλικό και ιστορίες, μεταβείτε στο Instagram μας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου, χωρίς αναφορά, με ενεργό σύνδεσμο (link) Youfly.com.